Κυριακή 28 Απριλίου 2013

Ωσαννά, ευλογημένος ο ερχόμενος εν ονόματι Κυρίου !

« Έλαβον τα βάια των φοινίκων και εξήλθον εις απάντησιν αυτώ… ». Πανηγυρίζει ο άνθρωπος για τον ερχομό του Μεσσία, «καθήμενος επί πώλον όνου…», δοξάζει το γεγονός, χαιρετά, ενθουσιάζεται. Πρόσμενε τον Σωτήρα.

Ο Χριστός μπήκε θριαμβευτικά στα Ιεροσόλυμα. « Ωσαννά, ευλογημένος ο ερχόμενος εν ονόματι Κυρίου…… Ωσαννά εν τοις Υψίστοις». Αλλά  πόσο γρήγορα αυτός ο ίδιος άνθρωπος θα τον ξεχνούσε, ο ενθουσιασμός του θα περνούσε. Ο Χριστός δεν είχε έρθει για να προσφέρει επίγεια αγαθά.  Δεν μίλησε για την εξουσία, αλλά για τη διακονία του κόσμου.

Πάνω στο αγαθό πουλαράκι ο Χριστός φάνταζε ο Μεσσίας στα μάτια όσων τον ζητωκραύγαζαν. Ο Χριστός ήταν ο Μεσσίας, όχι όμως όπως τον φαντάζονταν ο κόσμος, αλλά όπως ο ίδιος δίδασκε: Αυτός που θα πρόσφερε τη Σωτηρία. Γιατί είναι η Σωτηρία. Αυτός που θα μιλούσε και θα ζούσε την Αγάπη. Γιατί είναι η Αγάπη. Αυτός που  παρουσιάζει στους ανθρώπους μόνο την Αλήθεια. Γιατί είναι η Αλήθεια.

"Μετά Βαΐων και κλάδων" ας υποδεχτούμε και εμείς το Χριστό, τούτες τις μέρες. Είναι καιρός να ξεφύγουμε από την αμαρτωλή ζωή, να αναζητήσουμε στο Χριστό τη λύτρωση. Να μας κάνει υπεύθυνους στη ζωή και γνήσιους, αληθινούς ανθρώπους και να μας οδηγήσει στο δρόμο της Σωτηρίας, στην Ανάσταση. Την δική Του και την δική μας Ανάσταση.

Σάββατο 27 Απριλίου 2013

Ήθη και Έθιμα

Λαζαρίνες
 
     Το Σάββατο της αναστάσεως του Λαζάρου θεωρείται μέρα του θανάτου και της ζωής.
Παλιότερα οι εκδηλώσεις εορτασμού το Σάββατο του Λαζάρου ήταν πολλές. Σήμερα είναι ξεχασμένες πλέον. Τα κάλαντα του Λαζάρου τραγουδιούνται σε ελάχιστες περιοχές και αποκλειστικά σχεδόν από μικρά κορίτσια που ονομάζονται "Λαζαρίνες".
Την παραμονή της γιορτής, οι Λαζαρίνες μάζευαν λουλούδια και στόλιζαν το καλαθάκι τους. Την άλλη μέρα ντυμένες με τοπικές ενδυμασίες γύριζαν από σπίτι σε σπίτι τραγουδώντας το Λάζαρο και έπαιρναν μικρό φιλοδώρημα, χρήματα, αβγά, φρούτα ή άλλα φαγώσιμα.
Τα έθιμα του Λαζάρου στα χρόνια της σκλαβιάς είχαν και κοινωνική σκοπιμότητα Στις γυναίκες και ιδίως στα νέα κορίτσια που δεν έβγαιναν συχνά έξω από το σπίτι, επειδή τα ήθη της εποχής  τις περιόριζαν, δίνονταν κάποιες ελευθερίες: γίνονταν έτσι και αλληλογνωριμίες και νυφοπαζαρέματα.
Σε πολύ λίγες περιοχές της χώρας τραγουδιούνται σήμερα τα «Λαζαριάτικα» Τα λόγια των τραγουδιών άλλοτε αναφέρονται στην ανάσταση του Λαζάρου και άλλοτε πάλι αποτελούν παινέματα προσώπων.

Τα τραγούδια της ημέρας του Λαζάρου

(Από το Βαμβακόφυτο Σερρών)
Ξύπνα Λάζαρε
και μη ακόμ΄ κοιμάσαι.
Τα Βάγια φθάσανε
και συ ακόμ ΄κοιμάσαι.
Βάγια – Βάγια του Βαγιού
τρώμε ψάρι και κολιού
κι ως την άλλη Κυριακή,
τρώμε κόκκινο αβγό.

(Από τη Δυτική Μακεδονία)
Που ’σουν Λάζαρε
και που ’ναι η φωνή σου.
χθες σε ζήταγε η αδελφή σου
ήμουνα στη γη κρυμμένος
και με τους νεκρούς θαμένος
Βάγια , βάγια των Βαγιών
τρώνε ψάρι και κολιό
και την άλλη Κυριακή
τρώνε το ψητό τ' αρνί
και το κόκκινο τ' αβγό
που κυλά στον ποταμό.

( Από τα χωριά του Βόλου)
Ήρθε ο Λάζαρος , ήρθαν τα βάγια
ήρθε η Κυριακή που τρώνε τα ψάρια.
Σήκω Λάζαρε και μην κοιμάσαι
Ήρθε η μάνα σου από την πόλη.
Σου 'φερνε χαρτί και κομπολόι.
Οι κοτίτσες σας αβγά γεννάνε
Οι φωλίτσες δεν τα χωράνε.
Δώστε και εμάς να τα χαρούμε.

(Από την Πελοπόννησο)
Ήρθε ο Λάζαρος ήρθανε τα βάγια
ήρθε των παθών η εβδομάδα
Λάζαρος απελυτρώθη ,
ανεστήθη και εσηκώθη
Πες μας Λάζαρε,
τι είδες εις τον Άδη, που επήγες ;
Είδα φόβους , είδα τρόμους ,
είδα βάσανα και πόνους .

Πέμπτη 18 Απριλίου 2013

Όσα χάθηκαν και χάνονται στο Βαμβακόφυτο

ΑΣΧΟΛΙΕΣ-ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΕΣ-ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΑ-ΕΡΓΑΛΕΙΑ κ.ά.
Γράφει ο Γιώργος Ηλ. Κέππας

     Παλαιότερα,  η  γεωργία ήταν η ασχολία των περισσοτέρων με  κυριότερα προϊόντα τα καπνά, τα σιτηρά, το βαμβάκι, το καλαμπόκι. Πέρα από τις αγροτικές ασχολίες, αρκετά επαγγέλματα  αναπτύχθηκαν  σε ζηλευτό βαθμό, όπως του Παντοπώλη, του Καφεπώλη, του Ταβερνιάρη, του Ξυλουργού, του Κρεοπώλη, Κεραμοποιού, Τσαγκάρη, Σαμαρά, Καροποιού κ.λ.π.

    Ιδιαίτερα τα μεταπολεμικά χρόνια δηλαδή από το 1950  και μετά η ζωή προχωρεί ειρηνικά και συνεχίζεται έτσι. Οι γεννήσεις  πληθαίνουν, ο πληθυσμός αυξάνεται και οι κάτοικοι απαλλαγμένοι από τα δεινά των καταστροφικών πολέμων οργανώνουν τη ζωή τους,   δημιουργούν τις οικογένειες τους,  κτίζουν σπίτια , ασχολούνται με τις εργασίες τους. 
     Δουλειές πολλές και όλα τα επαγγέλματα δραστηριοποιημένα στο χώρο τους αποδίδουν καρπούς.

     Τα τεχνολογικά  επιτεύγματα της επιστήμης έκαναν τη ζωή του ανθρώπου ξεκούραστη, πιο άνετη και πιο όμορφη. Τον προκαλούσαν πλέον να ακολουθήσει ένα νέο ποιοτικό τρόπο ζωής, που του πρόσφερε απόλαυση, χαρά, ικανοποίηση. Ο πληθυσμός αυξάνονταν, αλλά και οι ανάγκες σε μεγάλο βαθμό. Ο άνθρωπος αγόραζε πλέον έτοιμα ενδύματα και υποδήματα, εργαλεία, αυτοκίνητα κ.λ.π. Φυσικό επακόλουθο μερικά επαγγέλματα άρχισαν να υπολειτουργούν  και σιγά-σιγά να κλείνουν, να σβήνουν.

     Θα αναφερθώ στα επαγγέλματα που δεν υπάρχουν πλέον. Ο χώρος δεν επαρκεί για να καλύψω τα σπουδαιότερα, γι αυτό  θα συνεχίσω και σε επόμενες εκδόσεις της εφημερίδας.

Επαγγέλματα

Καρβουνιάρης.
Καρβουνιάρικα στο παλιό Σάβιακο(περιοχή προφήτη Ηλία) και στο Μπέλες.

     Οι πρώτες ασχολίες των κατοίκων του χωριού ήταν η κτηνοτροφία και η παραγωγή ξυλανθράκων. Η κτηνοτροφία υπάρχει ακόμα έστω και με τους 10-15 κτηνοτρόφους, αλλά η παραγωγή ξυλανθράκων έχει σταματήσει πριν από τον τελευταίο πόλεμο.

     Οι καρβουνιάρηδες την παραγωγή τους πωλούσαν στα χωριά του κάμπου, στις Σέρρες, αλλά και στη Θεσσαλονίκη. Αρχικά τα ξυλοκάρβουνα  τα παρήγαν στην περιοχή του προφήτη Ηλία και αργότερα  στο βουνό Κερκίνη(Μπέλες), αφού εντωμεταξύ  οι κάτοικοι κατέβηκαν στα σημερινά περίπου όρια του χωριού.  Στις τρεις(03.00΄) νύχτα ακόμα ξυπνούσαν οι εργάτες-και ήταν πολλοί- και οι αγωγιάτες που   δούλευαν στα καρβουνιάρικα (συγκέντρωση και απανθράκωση ξύλων) στο Μπέλες. Ξυπνητήρι είχε μόνο ο Νεωκόρος(καντηλανάφτης) του χωριού και τους ξυπνούσε χτυπώντας την καμπάνα με το τράβηγμα  ενός σχοινιού που είχε συνδέσει την καμπάνα του καμπαναριού με το σπίτι του και πάνω από τις στέγες των σπιτιών που παρεμβάλλονταν.  Όταν λοιπόν ετοίμαζαν τα ξυλοκάρβουνα τα μετέφεραν με βοϊδάμαξες και τα πωλούσαν στις αγορές των Σερρών και της Θεσσαλονίκης. Ακόμα και σήμερα διηγούνται  περιπέτειες των πολυήμερων ταξιδιών των καρβουνιάρηδων για τη Θεσσαλονίκη. Μου διηγιόταν  ο παππούς μου, ότι και ο πατέρας  του πήγαινε στο Μπέλες για κάρβουνα. Αγωγιάτης ήταν. Τα μετέφερε στις Σέρρες και στη Θεσσαλονίκη. Ο Στρυμόνας πέρα από το κάμπο του χωριού μας δεν είχε γέφυρα και μέσα από τα νερά περνούσαν με τις βοϊδάμαξες. Πολλές φορές επιστρέφοντας από τη Θεσσαλονίκη τα νερά του Στρυμόνα ήταν ορμητικά και με κίνδυνο της ζωής τους περνούσαν το ποτάμι.

Κεραμιδάρης / Κεραμιδοποιός / Κεραμοποιός.
Κεραμιδαρειό /Κεραμιδάδικο /Κεραμοποιείο

   
 
Η περιοχή γύρω από το παλιό αντλιοστάσιο (κάτω από το σημερινό  γήπεδο) ήταν το κεραμιδαρειό(στο τοπικό γλωσσικό ιδίωμα κερμιντάρκα, εκ του κέραμος, κεραμίδι).  Εδώ κατασκεύαζαν κεραμίδια και τούβλα, αλλά και άλλα πήλινα αντικείμενα με αργιλόχωμα ερυθρού χρώματος.


     Ο Κέππας Ιωάννης του Κωνσταντίνου (ο Βάνας, εκ του Ιωάννης) και  ο Κουλιάλης Νικόλαος του Αθανασίου (ο Κόλαγατς, εκ του Νικόλαος), ήσαν οι μεγαλύτεροι επαγγελματίες κεραμοποιοί. Επίσης επαγγελματικά δούλευαν οι Μαζάνης Ευάγγελος, Κέππας Θεόδωρος, Κέππας Ιωάννης του Ηλία(αδερφός του παππού μου).

     Όμως και απλοί αγρότες  δημιουργούσαν πρόχειρο κεραμιδάδικο, για να ετοιμάσουν κεραμίδια και τούβλα για το χτίσιμο του σπιτιού τους ή κάποιου άλλου στεγασμένου χώρου. Πρώτα έσκαβαν ένα μικρό πηγάδι, το λεγόμενο βύζαρ (:τουρκ. βιρ και  βλάχικα ίζβουρου = πηγή, αλλά πιθανότερο από την ελληνική  λέξη βυθός), για να έχουν νερό και με το αργιλόχωμα ετοίμαζαν τον πηλό και μετά κατασκεύαζαν το καμίνι. Τον πηλό το συμπίεζαν σε καλούπια σε σχήμα κεραμιδιών ή τούβλων, πριν τα ψήσουν. Μερικές φορές δεν έψηναν τα τούβλα, λόγω κυρίως του κόστους κατασκευής του καμινιού και της καύσιμης ύλης. Τότε ζύμωναν τον πηλό με άχυρα, γινόταν ομοιογενής πυκνόρρευστος πηλός, τον συμπίεζαν σε καλούπια, για να δένει πιο σφιχτά και να παίρνει το επιθυμητό σχήμα και άπλωναν τα τούβλα να ξεραθούν στον ήλιο. Ήταν τα λεγόμενα πλίτουβα (ετυμολογία: από την αρχαία ελληνική λέξη πλίνθος).

Πεταλωτής

                       Ο τελευταίος πεταλωτής από το Σιδηρόκαστρο, κάποιος ονόματι Ζώης ερχόταν στο χωριό και στο αλώνι-εκεί που είναι σήμερα η οικία του Πασχάλη Λίντα- ή στα αλώνια των Λιόντα  και Μήλτσιου (σήμερα οικία Μιχάλη Χρ. Γεωργίου), πετάλωνε βόδια, αγελάδες, άλογα και γαϊδούρια.


Η συνέχεια προσεχώς.

Σημείωση Συντάκτου:

Εάν κανείς έχει και άλλα  ακούσματα ή διαβάσματα ή έστω διαφωνίες σχετικά με τα θέματα που καταγράφω, ας μου τηλεφωνήσει ή ας μου στείλει mail με τις απόψεις του και τις καταθέτω, αφού πρώτα διασταυρωθούν και αποδειχτεί η εγκυρότητα τους.
(Γιώργος Ηλ. Κέππας τηλ. 2323 051448, φορητό: 6984452074, e-mail: keppas@hotmail.com).
Το άρθρο αυτό δημοσιεύτηκε και στην εφημερίδα "Τύπος Σιντικής & Ηρακλείας" φύλλο 148/18.04.2013